Πατριωτισμός και εθνικισμός: Στρεβλώσεις και επικοινωνιακές
Καλλιεργείται τα τελευταία χρόνια όλως ιδιαιτέρως σε διάφορους κύκλους του πολιτικού συστήματος της χώρας μας, πολιτικού εν τη ευρεία έννοια του όρου, αλλά προπάντων κομματικούς, η εικόνα της εθνικιστικής ταυτότητας που προσδίδεται στον κάθε έναν που υπερασπίζεται λόγοις ή έργοις, πάντοτε ειρηνικά και στο πλαίσιο του δημοκρατικού διαλόγου, την πατρίδα ως χώρα, ως ιστορία, ως πολιτισμό, ως εθνική κοινότητα.
Από τον Χριστόδουλο Κ.Γιαλλουρίδη*
Προσδίδοντας σε κάποιον την ταυτότητα του εθνικιστή, του αποδίδεται αμέσως η παράσταση μια εγγενούς επιθετικότητας και ενός λανθάνοντος επεκτατισμού, εικόνα που θα μπορούσε να ανταποκρίνεται σε μια πραγματικότητα ατόμων ή συνόλου εφόσον διαπνέονται αληθινά ή κυριαρχούνται από μία εθνικιστική ιδεολογία που δεν αφορά στην υπεράσπιση της πατρίδας εν προκειμένω, αλλά στην επιθετική στάση απέναντι σε άλλους λαούς και άλλες χώρες. Αυτό σημαίνει πως η ταυτότητα του εθνικιστή δεν αποδέχεται την ύπαρξη των άλλων εθνών ή εθνικών κρατών ως ισοτίμων του δικού του, θεωρεί τους άλλους υποδεέστερους ή ακόμα περισσότερο διεκδικεί την κατά τον α’ ή β’ τρόπο κυριαρχία, πολιτική κυρίως επ’ αυτών.
Η έννοια και το σημασιολογικό φορτίο του εθνικισμού συνυφαίνεται τεχνηέντως, σκοπίμως και ενσυνειδήτως με τη νοηματοδότηση του πατριωτικού προτάγματος, έτσι ώστε να ακυρώνεται η υποχρέωση των πολιτών για υπεράσπιση της πατρίδας τους. Ο πατριωτισμός συνιστά υποχρέωση κάθε πολίτη και εν προκειμένω κάθε Έλληνα που σέβεται τον εαυτό του, την ιστορία του, τις παραδόσεις και τον πολιτισμό του. Η παγκοσμιοποίηση επέφερε αφεύκτως μία ρευστότητα στις σχέσεις κρατών και λαών, ανέπτυξε μία ψευδαίσθηση κατάλυσης ή αποδυνάμωσης του εθνικού κράτους και επομένως συρρίκνωσης και της εθνικής ταυτότητας ή της εθνικής διάστασης του συλλογικού υποκειμένου που είναι ταγμένο σε μία κρατική οντότητα. Σήμερα στην εποχή των μεγάλων ανακατατάξεων και αλλαγών, όπου οι πολεμικές συγκρούσεις και αναμετρήσεις διαμορφώνουν ένα νέο περιφερειακό και παγκόσμιο σκηνικό, τα έθνη και τα έθνη - κράτη εάν δεν είναι ισχυρά καταλύονται, πληθυσμοί και λαοί διασκορπίζονται ως καταδιωκόμενοι και κατατρεγμένοι στα πέρατα της οικουμένης, αναζητώντας στέγη προστασίας και επιβίωσης.
Η Ελλάδα που αποτελεί μέχρι τώρα ένα από τα πιο αμιγή εθνικά συλλογικά υποκείμενα της οικουμένης, απειλείται, όχι μόνο να διαβρωθεί εσωτερικά στο πλαίσιο των προσφυγικών ροών, αλλά και να αποκτήσει μουσουλμανικές μειονότητες στο έδαφός της, πολύ μεγαλύτερες από αυτές που υφίστανται στο πλαίσιο συμβατικών ρυθμίσεων, όπως αυτή της Θράκης. Πέραν τούτου, είναι ορατό το ενδεχόμενο αυτές οι προσωρινές μειονοτικές ροές να μετασχηματιστούν σε μόνιμες εθνικές ή κυρίως θρησκευτικές ομάδες και να διεκδικήσουν την απόκτηση του θρησκευτικού μειονοτικού status. Η μονιμοποίηση των φαινομένων εγκατάστασης και παραμονής στη χώρα μας δεν μπορεί να αναγνωριστεί ως πολυπολιτισμικότητα, αλλά ως προβληματική διάσταση ενός εν εξελίξει παγκόσμιου δράματος, το οποίο απειλεί κοινωνίες όπως η ελληνική με γκετοποιήσεις, οι οποίες από τη φύση τους και το πολιτικό περιεχόμενο της διεκδίκησής τους δεν είναι σε θέση να ενταχθούν στο πολιτικό σύστημα και στην κοινωνική δομή ευρύτερα.
Επομένως, ο πατριωτισμός, ο οποίος εκδηλώνεται σε δύο διαστάσεις, τη συνταγματική και την εθνική, σημαίνει αφενός την κατά Jurgen Habermas υπεράσπιση του συντάγματος και αφετέρου την προβολή του πολιτισμού ως ταυτότητας του καθενός. Αυτή, λοιπόν, η διεκδίκηση του συνόλου ως ιστορίας, ως παράδοσης και ως πολιτισμού είναι μια υποχρέωση, καθήκον για τον κάθε Έλληνα και τον κάθε πολίτη τούτης της χώρας, όπως και κάθε χώρας, διότι κατά αυτό τον τρόπο υπερασπίζεται την ύπαρξή του ως μέλους ενός ευρύτερου κοινωνικού και πολιτικού συνόλου. Παρά τις αλλαγές που φέρνει στον κόσμο ο 21ος αιώνας που εμφανίζεται ως η εποχή της παγκοσμιοποίησης, η κατάλυση του έθνους - κράτους αποτελεί μόνο ένα ρηχό σύμπτωμα μιας αποσπασματικής και μονοδιάστατης ερμηνείας ενός παγκόσμιου φαινομένου.
Η πραγματικότητα του σημερινού κόσμου παραπέμπει σε μια κατάσταση με ισχυρές αναφορές στον 19ο αιώνα των εθνών – κρατών. Ο κόσμος τότε, δηλαδή η Ευρώπη που αποτελούσε το κρίσιμο πεδίο της διεθνούς πολιτικής, οικοδομήθηκε και εξελίχθηκε ως Ευρώπη των κρατών - εθνών, μια κατάσταση, ένα πολιτικό φαινόμενο που δείχνει να είναι αξεπέραστο, όσο αξεπέραστη είναι και η συλλογικότητα του υποκειμένου του πολιτισμού, της πολιτικής και των συμφερόντων που συνέχουν μια κοινωνία ανθρώπων με κοινή ιστορική προέλευση, ενταγμένο σε μια κρατική στέγη ανάπτυξης, εξέλιξης, προστασίας και πορείας ενός διεκδικούμενου μέλλοντος. Το κοινό μέλλον, εν προκειμένω, ακριβώς λόγω της επιστροφής σε συνθήκες πραγματικοτήτων του 19ου αιώνα, δεν μπορεί να είναι οικουμενικό, αλλά να προσλαμβάνεται ακριβώς κατά τα ανωτέρω ως εθνικά προδιαγραμμένο. Το βάρος αποδίδεται πλέον πολύ περισσότερο στην εθνική διάσταση του κράτους και πολύ λιγότερο στην οικουμενική.
Η ταυτότητα του εθνικιστή προβάλλεται κατά τρόπο απατηλό, λανθασμένο ή και σκόπιμο σε εκείνους που υπερασπίζονται αυτήν ακριβώς την απειλούμενη εθνική διάσταση του έθνους – κράτους στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Οι πολίτες που λειτουργούν ως θεματοφύλακες της εθνικής ταυτότητας και οντότητας του κράτους πραγματώνοντας την πατριωτική τους υποχρέωση να το στηρίζουν και να το υπερασπίζονται, γιατί έτσι ουσιαστικά παίρνουν θέση ενεργό σε ένα μείζον ζήτημα μιας σύγχρονης απειλής διάλυσης των εθνικών κρατών, επιτελούν τη συνταγματική, ιστορική και πολιτική τους υποχρέωση έναντι του κράτους και της πατρίδας τους. Αυτή η θέση και λειτουργία του πολίτη που προβάλλει πατριωτισμό, δεν είναι εθνικισμός. Είναι δημοκρατικό καθήκον έναντι του πολιτικού και πολιτιστικού μέλλοντος της ανθρωπότητας.
*Ο Χριστόδουλος Κ. Γιαλλουρίδης
είναι Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού του
Παντείου Πανεπιστημίου