Τρίτη, 30 Μαΐου, 2023 - 18:19

Στον λειμώνα του Ελληνισμού

Απ’ των Ελλήνων τις καρδιές,

βγαίνει η φωνή σαν λάβα,

φωνάζουν για την Κύπρο μας,

που την κρατάνε σκλάβα.

Η Κύπρος είναι Ελληνική

και όλη η Ελλάδα την πονά,

θέλουν δε θέλουν, γρήγορα,

θα μας την δώσουνε ξανά.

Και αυτοί που σκοτωθήκανε

να σώσουν τους συμμάχους,

την Κύπρο να μας δώσετε

φωνάζουν απ’ τους τάφους!

Μα θα σημάνει γρήγορα

της λευτεριάς καμπάνα

και με στοργή θα αγκαλιστούν

η κόρη με τη μάνα.

Η Κύπρος είναι Ελληνική

και όλη η Ελλάδα την πονά,

θέλουν δε θέλουν, γρήγορα,

θα μας την δώσουνε ξανά.

Ένα σαρκαστικό παράδοξο χαρακτηρίζει τη στιχουργική εποποιία του αείμνηστου Κώστα Βίρβου: έγραψε σπουδαία λαϊκά τραγούδια που έγιναν επιτυχίες, αλλά λίγοι γνωρίζουν ότι είναι δικοί του οι στίχοι… Και για του λόγου το αληθές, ιδού υπόμνηση ενδεικτική: «Της γερακίνας γιός», «Μια παλιά ιστορία», «Περιπλανώμενη ζωή», «Στις φάμπρικες της Γερμανίας», «Κοιμήσου αγγελούδι μου», «Νυχτερίδες κι αράχνες», «Στου Μπελαμή το ουζερί», «Εγνατίας 406», «Θα κάνω ντου βρε πονηρή», «Ο κυρ Θάνος πέθανε», «Φύγε κι άσε με», «Σε ικετεύω», «Ψύλλοι στ’ αυτιά μου μπήκανε», «Καταχνιά», «Ρίξε μια ζαριά καλή», «Εγώ ποτέ δεν αγαπώ», «Σου ’χω έτοιμη συγγνώμη», «Αγία Κυριακή», «Το διαβατήριο»… Αυτά και εκατοντάδες άλλα, εξίσου γνωστά και χιλιοτραγουδισμένα τραγούδια συνθέτουν το στιχουργικό σώμα του έξοχου αυτού λαϊκού ποιητή, που συνεργάστηκε σχεδόν με όλους τους επιφανείς συνθέτες, με εξαίρεση τον Μάνο Χατζιδάκι, καθώς και με τους περισσότερους τραγουδιστές μας. Από τον Καζαντζίδη μέχρι τον Βοσκόπουλο και από τον Μπιθικώτση μέχρι τον Νταλάρα…

Παιδί εύπορης οικογένειας από τα Τρίκαλα, ο Βίρβος σπούδασε στο Πάντειο, αλλά ανήσυχος ων μπήκε στην Εθνική Αντίσταση με το ΕΑΜ, συνελήφθη από τους Γερμανούς, βασανίστηκε και αφέθηκε ελεύθερος, αφού πρώτα ο πατέρας του κατέβαλε 800 χρυσές λίρες. …Καλλιεργημένος, με γερή σκευή, ο Κώστας Βίρβος υπήρξε ευαίσθητος δέκτης σημάτων που εξέπεμπε κάθε φορά η εποχή του και είχε τον τρόπο του να τα εκλαϊκεύει και να τα καθιστά κτήμα λαϊκό. Ακριβώς αυτό επισημαίνει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος: «Ο Βίρβος πήρε το λαϊκό τραγούδι από το μισοσκόταδο των υπογείων και το περιθώριο, και με τα φτερά της μουσικής του Τσιτσάνη και του Καλδάρα το άπλωσε σε πολιτείες και χωριά, σε λιμάνια και φάμπρικες, σε γειτονιές και στρατόπεδα, κάνοντάς το τραγούδι ολόκληρου του ελληνικού λαού»… Ολόκληρου του Ελληνισμού, καλύτερα.

Εδώ ας μου επιτραπεί μια προσωπική κατάθεση: Το 1984 βρεθήκαμε στη Λευκωσία μια ομάδα Ελλαδιτών δημοσιογράφων με αφορμή τα δέκα χρόνια από την τουρκική εισβολή. Ένα βράδυ δειπνήσαμε στο «Αιγαίον» του Βάσου Φτωχόπουλου, στην πόρτα του οποίου είναι υψωμένη η ελληνική σημαία. Συγκινημένος από την παρουσία μας ο Φτωχόπουλος, εκδότης και μορφή του Κυπριακού Ελληνισμού, κάθισε μαζί μας, αλλά κάποια στιγμή εκνευρίστηκε και απογοητεύθηκε από κάποιες απόψεις για το Κυπριακό, τα ελληνοτουρκικά κ.τ.λ. Έφυγε από την παρέα και λίγο πριν αποχωρήσουμε έβαλε δυνατά ένα τραγούδι, το οποίο οι περισσότεροι αγνοούσαν. Ήταν το τραγούδι «Η Κύπρος είναι ελληνική» σε στίχους του Κώστα Βίρβου. Πρόκειται για συγκλονιστικό τραγούδι που ερμήνευσε μοναδικά ο Στέλιος Καζαντζίδης (σε μουσική του Μπάμπη Μπακάλη). Και μιλάει σπαρακτικά για τον αγώνα του Κυπριακού Ελληνισμού για Ένωση με την Ελλάδα: «Αχ θα σημάνει γρήγορα της λευτεριάς καμπάνα / και με στοργή θ’ αγκαλιαστούν η κόρη με τη μάνα»…

Τον Κώστα Βίρβο τον είχα ψηλά στην εκτίμησή μου. Αλλά από εκείνο το βράδυ στη Λευκωσία τον λάτρεψα.