Κυριακή, 13 Οκτωβρίου, 2024 - 14:49

Ήταν κάποτε Αύγουστος…

«Διώξε τη λύπη παλληκάρι, πάμε μια βόλτα στο φεγγάρι»
 Στίχος: Νότης Περγιάλης / Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις

 

Ανέκαθεν ο Αύγουστος ήταν ο μήνας μου, ο κεχρυσωμένος από τον ήλιο. Τον θυμάμαι πάντα ολόιδιο όλες τις φορές. Κάθε καλοκαίρι. Για χρόνια πολλά∙ για δεκαετίες ολόκληρες…

Τον θυμάμαι ολόζεστο, σαν την αγκαλιά της μητέρας μου, να μου ρίχνει κάρβουνο ζωής στους πυρωμένους δρόμους του άνισου πεπρωμένου μου.

Τον θυμάμαι κατάφωτο, να ρυακίζει χρυσούς ήλιους στην ψυχή μου με τις ανίσκιωτες φωτοχυσίες του.

Τον θυμάμαι ολόδροσο κορίτσι, να με σπρώχνει άφοβα στο μέλλον μου με τα μελτέμια της αισιοδοξίας του.

Τον θυμάμαι μυροβόλο, να με μεθά στα όνειρά μου με τις ανάλαφρες μυρωδιές των γιασεμιών του.

Τον θυμάμαι φρουτώδη, να κολυμπώ τρισευτυχής στα πέλαγα των ανομημάτων μου με τους μελίρρυτους καρπούς του.

Τον θυμάμαι; Ναι∙ γιατί ο Αύγουστος έπαψε να είναι ο Αύγουστος της Ελλάδος. Δεν είναι ο Αύγουστος των αλλοτινών χρόνων μου. Των αλλοτινών καλοκαιριών μας, τότε που κρατούσαμε τη ζωή στα χέρια μας και ρουφούσαμε αδηφάγα, αν και φτωχοί, ολόκληρη τη γαλάζια ευτυχία της πατρίδος. Έπαψε να είναι ο λιοπερίχυτος μήνας της εγκαρδιώσεως. Ο δροσοβόλος της ευγένειας, της καλοσύνης και των δυνατών γνωριμιών. Δεν είναι πια ο εύελπις μήνας του θέρους για ανάταση και επανεκκίνηση.

Όχι πως λιγόστεψε ο φιλοχαμόγελος ήλιος μας. Δεν χλόμιασε το αργυρό φεγγάρι. Δεν ξεθώριασαν τα γαλανά χρώματα του ουρανού και της θάλασσας. Δεν ξεθύμαναν τα νοτισμένα αρώματα της πέτρας και των συκόφυλλων. Οι αμπελώνες δεν ανέστειλαν τις ευφραντικές τελετουργίες τους. Οι ασημόκλωνες ελιές δεν σταμάτησαν τον ανεμοδαρμένο χορό τους. Τα πέλαγα δεν διέκοψαν τους κυματοειδείς γλαυκούς εορτασμούς τους. Οι καμπάνες των εκκλησιών δεν έπαυσαν να πέμπουν τα γλυκόηχα αγγέλματά τους. Αλλά; Αλλά, να, ξεμείναμε εμείς. Μικρύναμε εμείς. Ίσως και να βαρεθήκαμε να είμαστε Έλληνες…

Δεν φταίξαμε μόνοι μας. Έφταιξαν κι άλλοι πολλοί. Όλοι εκείνοι, πρωτίστως, που μας κυβέρνησαν και εξακολουθούν να μας διευθύνουν επ’ ονόματί μας. Όλοι εκείνοι οι… ονομαστοί που φρόντισαν να μικρύνουν τη ζωή μας, να φτωχύνουν τα όνειρά μας, να σβήσουν το μέλλον μας. Ήταν κάποτε Αύγουστος…

Ας κρατήσουμε. Ο ήλιος, το φεγγάρι κι οι πέτρες είναι εδώ. Το ίδιο και η Ελλάδα. Μας περιμένουν. Ας τα περπατήσουμε με τη σιωπή και τον πόνο μας. Στους «επ’ ονόματί μας» δεν θα χαρίσουμε τα λινά καλοκαίρια της ζωής μας. Η νύχτα μας θα γεμίσει πάλι από μυρωδιές – από σπαρτά, από αγιόκλημα, από ώριμα σύκα (Καζαντζάκης). Από καρδιάς, σας εύχομαι καλό καλοκαίρι.