Παρασκευή, 13 Δεκεμβρίου, 2024 - 10:46

ΜΑΝΑ

Απουσία και Απληστία στον 21ο

Από τον Μάριο Νόττα*

Η μητέρα μου ήταν μια  «μοντέρνα», μορφωμένη και δραστήρια γυναίκα.

Όταν γνώρισε τον πατέρα μου, ήταν ήδη μια πετυχημένη (για την μεταπολεμική Αθήνα) επαγγελματίας. Πάνω στην ακμή της, λοιπόν, παντρεύτηκε και έκανε τρία αγόρια, εμάς τα ‘ρεμάλια’, που σήμερα ζούμε στη Θεσσαλονίκη, στη Φλωρεντία και στην Αθήνα αν και όχι σπάνια είμαστε όλοι μαζί. Και τους μελετάμε.

Ευρώπη 2022 – Αθήνα.  Οι γονείς μας ’έφυγαν’ πριν λίγα χρόνια. Πολύ συχνά αναρωτιέμαι αν όσα ζούμε είναι αυτό για το οποίο πάλεψαν, ίδρωσαν και υπέμεναν. Δεν μιλάω για τις συγκυριακές συνθήκες. Εκείνοι βίωσαν στην άγουρη νεότητά τους ένα παγκόσμιο πόλεμο και έναν εμφύλιο. Εμείς όλα τα άλλα: Τον νέο εγωισμό, την αλαζονική ορμή του στρεβλού καπιταλισμού, την έπαρση μιας επίπλαστης ευζωίας, τις φούσκες, την Κρίση, την πανδημία. Τα ζήσαμε, ως θύτες αλλά και ως θύματα.

Όχι, δεν μιλάω για τις συγκυρίες. Μιλάω για κάτι πιο εσωτερικό, όχι άσχετο με τα παραπάνω .  Που τραβάει κανείς την γραμμή στα ανθρώπινα ‘θέλω’ ;  Πως συνδέεται η ανθρώπινη απληστία (και όχι αναγκαία οι ‘εξωτερικές συνθήκες’) με το αποκαρδιωτικό περιβάλλον που βιώνουμε στο πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα ;

Ο Παύλος ο Σάμουελσον, στην εισαγωγή του παγκόσμιας εμβελείας διαχρονικού  έργου  του ‘Οικονομική’, κάνει μια πολύ απλή διαπίστωση, που διατρέχει το ογκώδες βιβλίο:  Μας λέει πως οι μεν πόροι του πλανήτη είναι πάντα περιορισμένοι, ενώ οι ανθρώπινες επιθυμίες είναι πάντα άπειρες. Ένας  επιστήμονας  της  Οικονομικής θέτει μία βασική αρχή, φιλοσοφικής αξίας, ως  εργαλείο, για να εξηγήσει το σύνολο της ανθρώπινης δραστηριότητας: Την πολιτική, την οικονομία, την αγορά, την δημιουργία (δηλαδή τους πόρους που χρηματοδοτούν τους Δημιουργούς), την Ιστορία και πάνω απ’όλα τις Ανθρώπινες Σχέσεις.  

Σε κάθε μία από τις παραπάνω ‘λειτουργίες’ του δημόσιου αλλά και ιδιωτικού βίου, δεν έχουμε παρα να χρησιμοποιήσουμε ένα μεταφυσικό μικροσκόπιο, για να διακριβώσουμε πως στη ρίζα των πραγμάτων βρίσκεται η Απληστία.  Η ανικανότητα να ‘τραβήξουμε τη γραμμή’ και να απολαύσουμε όσα (απτά και άυλα) έχουμε ήδη.  Η αναπηρία να αντλήσουμε χαρά από όσα μας προσφέρονται αδαπάνως, όπως το φως μιας λαμπρής ημέρας, η ανάσα της πρώτης βροχής, μια καλή κουβέντα ή μια συγνώμη.

Επανέρχομαι στους γονείς μου: Ο πατέρας μου ‘αναρριχήθηκε’ σε αυτό που σήμερα ονομάζουμε ‘μεσαία τάξη’. Ο δρόμος δεν ήταν σπαρμένος με λουλούδια.  Σε μία ρημαγμένη κοινωνία και οικονομία, με πολικές πολιτικές διαταραχές (και επακόλουθο μια επταετία αυταρχισμού) κατάφερε να  συντηρήσει με εντιμότητα και αξιοπρέπεια ένα νοικοκυριό, να μεγαλώσει και  να σπουδάσει τρεις μαντράχαλους και ακόμα  να δημιουργήσει (λελογισμένο) πλούτο, που πέρασε σε εμάς και τα παιδιά μας.

Καταστατική λεπτομέρεια:  Η παραπάνω ‘μοντέρνα’ κυρία, η μητέρα μας, στερήθηκε το εισόδημά της, για να αφοσιωθεί στα παιδιά της. Στη ζυγαριά μιας καριέρας ή μιας στερημένης ίσως ζωής με ποιοτικό οικογενειακό χρόνο, επέλεξε το δεύτερο. Και έγινε μία νοικοκυρά και μάνα ‘πλήρους απασχόλησης’.

Δάσκαλος, σύντροφος στο παιχνίδι, συνοδοιπόρος στην εξερεύνηση του κόσμου, βράχος στην υποστήριξη αρχών, ‘νομοθέτης’ και υπόδειγμα, φρόντισε να ‘διαδώσει’ όσα Καλά έφερε, σε μία δύναμη του 3. Να μην ξεχάσω και αυτό: Κορυφαία συμβολή της στην ανατροφή μας, το ότι ποτέ δεν θεώρησε ‘δεδομένη’ την διαδεδομένη άποψη για τα πράγματα. Μας έμαθε να αναζητάμε την αθέατη όψη.  Όχι σπάνια με αναφορά στη φύση.  Ακόμα δεν ξεχνώ το χρυσάφι που αναδύθηκε μια μέρα που καθαρίσαμε ένα καλαμπόκι.

Στον αντίποδα, σήμερα, τα νοικοκυριά δεν έχουν αυτή την πολυτέλεια. Η μάνα δεν ανατρέφει παιδιά. Μέχρι πρόσφατα τα μεγάλωναν οι καναλάρχες (πάρκινγκ στην TV)  ενώ πλέον τα μεγαλώνει το διαδίκτυο (πάρκινγκ στη ταμπλέτα), αυτή η τεράστια δεξαμενή γνώσης, διασκέδασης αλλά και στρεβλότητας, εμπάθειας και παραπληροφόρησης. Τίποτα όμως δεν μπορεί να υποκαταστήσει το βλέμμα, την αγκαλιά, την ανάσα και την μυρωδιά της μάνας. Κανένα παιδί δεν είναι το ‘ίδιο’ χωρίς αυτήν.

Οι συμπολίτες μας του 21ου, έχουν συμβιβαστεί με αυτή τη τάξη πραγμάτων. Η μάνα φέρνει ψωμί (ή παντεσπάνι) στο σπίτι,  είτε γιατί δεν έχει άλλη επιλογή, είτε για να έχει το σπιτικό ένα σωρό άχρηστα πράγματα, για να σωρεύονται τεκμήρια ‘κοινωνικής τάξης’ και να επιδιώκεται μια καλύτερη ζωή, πάνω σε σαθρά κριτήρια. Η καθεστηκυία κουλτούρα βομβαρδίζει το σπιτικό με κάθε είδους προκαταλήψεις για όσα πρέπει να ‘έχει πετύχει’ κανείς, μέχρι τα 30,40,50 και πάει λέγοντας. Η δόλια μάνα, εγκαταλείπει τον -εκ των ων ουκ άνευ-  ρόλο της του Επιβλέποντα Μέντορα του νέου πολίτη, του παιδιού της, εκχωρώντας τον σε αγνώστους και σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που ‘ξεχνάει’ να διδάξει δημιουργικά και βιωματικά ανθρώπινες αρχές, υπαρξιακά αξιώματα και ανθρωπιστικές δεξιότητες.

Το ‘Μέτρο’ έχει παραμεριστεί.  Δεν ζούμε πια με όσα χρειαζόμαστε αλλά με όσα (δικαίως ή μη) αενάως ποθούμε. Στον αγώνα της απόκτησής τους κάνουμε θυσίες. Η μεγαλύτερη από αυτές είναι η Απουσία.  Είτε στη ζωή των μικρών, ή όλων των άλλων, της καλής μας, του καλού μας, του παιδικού μας φίλου, της παλιάς παρέας, της γειτονιάς και της κοινότητας.

Αυτή η ματιά εξηγεί πολλά από τα αποκαρδιωτικά  που συμβαίνουν γύρω μας, φθινόπωρο του 2022. Η ‘μαζική’ ανατροφή («όγκοι κοπριά» κατά τον γνωστό Μελωδό), ανεξέλεγκτη και καλπάζουσα λόγω της απουσίας μας, ευθύνεται για την ποιότητα των Θυτών κάθε είδους. Τα τέρατα δεν γεννιούνται μόνα τους. Είναι κι αυτά γείτονες, φίλοι και παιδιά μας. Μέχρι  να ξαναβάλουμε τις προτεραιότητες  στη  σειρά, ας κοιταχτούμε στα μάτια. Με νου και γνώση ας αναλογιστούμε τις πρόσφατες αθώες εποχές των γονιών μας – δεν είναι δα και τόσο μακρινές.  Οι διαφορές ‘λάμπουν΄. Θα μας αγγίξουν ;

*Ο Μ.Ν. ‘φορτώνει’ με την ασχήμια που στην επανάληψή της γίνεται ‘αόρατη’ και μοιρολατρικά αποδεκτή. Θεωρώντας τον εαυτό του, την ‘τάξη’ του και τους φίλους του ως μέρος του προβληματος, γράφει για μικρά και μεγάλα εωσφόρα. Σε περιόδους νηφαλιότητας διευθύνει το ECI - European Communication Institute'