Ο Θεοδόσης στο Μέγαρο
Περί Παιγνίων, Ζώων και Νοημοσύνης
Γράφει ο Μάριος Νόττας*
Καθόμουν κάπου δεξιά, στην άκρη, μόνος. Μίλαγε ο Θεοδόσης Τάσιος. Νοέμβρης σαν τώρα, στο Μέγαρο. Κόσμος πολύς, ήταν Π.Κ. (Προ Κορωνοϊού) , βλέπεις.. Έκπληξη μεγάλη κι ευχάριστη.
Η ομιλία δεν είχε ‘διαφημιστεί’, μάλλον στόμα με στόμα είχε κυκλοφορήσει (το χρυσόμαλλο δέρας των διαφημιστών, τo περίφημο mouth to mouth). O Θεοδόσιος –αποδίδει υπέροχα αυτό το όνομα- ήταν και είναι για κάποιους ‘ψαγμένους’ συμπολίτες μας ένας superstar της διανόησης και του πνεύματος (προσοχή, όχι συνώνυμα!)
Τι κάνει τον Θεοδόσιο τόσο διαφορετικό ; Πατρική, σχεδόν βιβλική φιγούρα, εφάπτεται όλων των αρχέτυπων του κύρους, της προστασίας, της στοργής, της τέχνης και της ‘γνώσης’. Όχι, δεν έχουμε πολλούς τέτοιους. Πρόκειται για έναν ευθυτενή, ώριμο και όμορφο άντρα, Δάσκαλο των Πανεπιστημίων της Βαγδάτης, της Σαγκάης, της Παβίας, με ‘σπίτι του’ το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Που δίδαξε σκυρόδεμα και διδάσκει ήθος και στάση ζωής. Με πρόσθετες ευλογίες την αγάπη και αναγνώριση των συμπολιτών του, όχι στην Ελλάδα μόνο, αλλά στον πλανήτη.
Πόσους τέτοιους ξέρεις ;
Θα σου πω τι θυμάμαι ακόμα, από εκείνη την ομιλία: Ο ΘΤ μας διηγείτο ένα απόγευμα που πέρασε βλέποντας μια γάτα και τα κατσούλια της, να παίζουν. Και πόσο σοφότερος έγινε. Στάθηκε σε μία απλή διαπίστωση: Τι είναι η ‘παιγνιώδης διάθεση’ ; Αναψυχή ; Επικοινωνία ; Εκπαίδευση ; Ανώτερη νοημοσύνη ; Γιατί ένα ζώο ‘παίζει’ ; Σίγουρα δεν προσπαθεί να επιβιώσει, ούτε να αναπαραχθεί. Πόσο μικρή είναι η απόσταση μεταξύ ενός ανθρώπου και ενός ζώου που ‘παίζουν’ ;
Ανακαλώ πόσα και πόσα θέματα ανέκυψαν με εκείνη την αφετηρία: Το ζώο συντροφιάς δεν είναι απλώς άλλος ένας έμβιος οργανισμός. Έχει κοινό με τα υπόλοιπα ‘ζώα’ (και τον άνθρωπο) πως ακολουθεί τον βασικό του προγραμματισμό (τα ένστικτα) σε προσπάθεια να διαιωνίσει το Αποθετήριο Πληροφορίας του (γνωστό και ως Χρωμοσώματα). Για να το κάνει, πρέπει να επιβιώσει, να το εμπλουτίσει και να αναπαραχθεί. Όπως θάλεγε άλλος ένας Πολυτεχνειακός, ο Γιώργος ο Καμπουράκης, πρέπει να ισορροπήσει μεταξύ των δύο συνιστωσών της «Οντοφορικής Ύπαρξής του», δηλαδή μεταξύ των αντίρροπων δυνάμεων της Αυτοσυντήρησης και της Επικοινωνίας.
Διαφέρει όμως σε σχέση με τα υπόλοιπα ζώα, π.χ. την Σαύρα ή το Κοάλα, στο ότι (το Ζώο Συντροφιάς) διαθέτει αυτό το βαθύ γνώρισμα της ‘Παιγνιώδους Διάθεσης’. Αυτή η ξεχωριστή ‘ιδιότητα’ το φέρνει πιο κοντά στην ανθρώπινη φύση και ένα σκαλί ψηλότερα στην εξελικτική κλίμακα.
Πόσα απότοκα θέματα έθιξε ο Ταγός μας, σε εκείνη την σύντομη ομιλία ; Πολλά, που ίσως δεν θυμάται ούτε ο ίδιος. Άλλωστε είναι το ‘άρωμα’ που μετράει, κάθε φορά που κοιτάμε πίσω. Σπάνια θυμόμαστε τις ίδιες τις πληροφορίες. Όμως αυτή η αδιόρατη υποψία του Μηνύματος πάντα υποβόσκει. Αρκεί λίγο να την υποδαυλίσεις και το Άρωμα θα σου φανερωθεί, λέγοντας πολλά περισσότερα από την ακριβή απομαγνητοφώνηση.
Ο Θεοδόσιος πραγματευόταν τον ανώτερο εαυτό μας. Ναι, αυτόν που ‘επιζεί’ μέσα μας και καλείται να αντιρροπήσει όσα χαμερπή βιώνουμε ή προκαλούμε στην (ειμαρμένη ;) καθημερινότητά μας.
..Η παραπάνω ταπεινή παράγραφος μίας μεγαλειώδους ομιλίας, αναφερόταν σε ένα από τα διαθέσιμα εργαλεία που ο ‘Καλός’ μας εαυτός οπλουργεί, ενάντια στα Τέρατα που (επίσης εμφύτως) κουβαλάει.
Το χιούμορ. Τον αστεϊσμό. Την παιγνιώδη διάθεση.
Πόσο καλύτερος θα ήταν ο βίος μας, πόσο καλύτερη η Πολιτεία μας, πόσο καλύτερος ο πλανήτης αν οι μετέχοντες της Διακυβέρνησης είχαν χιούμορ ; Μα γιατί να πάμε τόσο μακριά ; Πόσο καλύτερη θα ήταν η ζωή μας αν εμείς οι ίδιοι, παραφράζοντας την περί παρειάς Χριστιανική οδηγία, επιστρέφαμε την ανοίκεια στάση με χιούμορ ; Την έπαρση με αστεϊσμό ; Την προσβολή με καλαμπούρι ; Ο ‘νικημένος αντίπαλος’ είναι αυτός που θα σου χαμογελάσει, όχι εκείνος που θα σου δώσει την χαριστική βολή.
Εύκολο ; Καθόλου. Συναρτάται με άλλες αρετές, ακόμα πιο δυσπρόσιτες και ‘εκλεκτικές’: Την υψηλή νοημοσύνη, την πειθαρχία και τον αυτοέλεγχο. Α, ναι: Και την (ουσιαστική) ανωτερότητα. Ποτέ δεν θυμώνεις με ένα μικρό παιδί. Ξέρεις απλώς πως έχει δρόμο μπροστά του.
Ευχαριστώ Θεοδόσιε, ο Νοέμβριος -θα συμφωνείς- πάντα βοηθούσε την προς τα ‘έσω’ ματιά.
*Ο Μ.Ν. ‘φορτώνει’ με την ασχήμια που στην επανάληψή της γίνεται ‘αόρατη’ και μοιρολατρικά αποδεκτή. Θεωρώντας τον εαυτό του, την ‘τάξη’ του και τους φίλους του ως μέρος του προβληματος, γράφει για μικρά και μεγάλα εωσφόρα.